- ηλεκτροβάνα
- ητεχνολ.βάνα ελέγχου ροής υγρών τής οποίας οι κινήσεις ελέγχονται από έναν ηλεκτρομαγνήτη.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο σύνθετο. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. electrovanne < electro- (πρβλ. ήλεκτρο-*) + vanne «βάνα, διακόπτης ροής νερού»].
Dictionary of Greek. 2013.